Οι εκάστοτε προϋπολογισμοί του κράτους πρέπει να διέπονται από συγκεκριμένες αρχές και κανόνες καθώς σε αυτούς δεν εμπεριέχεται μόνο η οικονομική πολιτική μιας κυβέρνησης, αλλά και η κοινωνική της πολιτική. Κατά συνέπεια, η σωστή εκτέλεση ενός προϋπολογισμού αποτελεί στην ουσία την τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η κυβέρνηση απέναντι στους πολίτες.
Οι κυριότερες από τις αρχές και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση του προϋπολογισμού του Κράτους θα μπορούσαν να συνοψισθούν στους εξής:
1. Η αρχή της δημοσιότητας του προϋπολογισμού σύμφωνα με την οποία ο προϋπολογισμός του κράτους πρέπει να παίρνει τη μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα, ώστε να ενημερώνονται πλήρως οι πολίτες και να μπορούν να κρίνουν αν η κυβέρνησή τους ακολουθεί τη σωστή οικονομική και κοινωνική πολιτική ή όχι.
2. Η αρχή της ετήσιας διάρκειας, σύμφωνα με την οποία οι δημοσιονομικές πράξεις του προϋπολογισμού αναφέρονται σε ένα οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου ημερολογιακού έτους. Ο χρονικός αυτός περιορισμός επιβάλλεται διότι έτσι διευκολύνεται ο ακριβής υπολογισμός τόσο των εσόδων όσο και των δαπανών των δημοσίων φορέων.
3. Η αρχή της ειλικρίνειας και της ακρίβειας του προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις οποίες κάθε πρόβλεψη εσόδων και εξόδων πρέπει να είναι ειλικρινής και ακριβής στο μέτρο του εφικτού και να μην υπερεκτιμά ή υποτιμά τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι προβλέψεις. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να αποφεύγεται η σκόπιμη εγγραφή μη πραγματικών στοιχείων που θα οδηγούσε σε εκούσια νόθευση της εικόνας του προϋπολογισμού.
4. Η αρχή της σαφήνειας του προϋπολογισμού κατά την οποία τα έσοδα και τα έξοδα του κράτους πρέπει να δηλώνονται και να αναγράφονται στον προϋπολογισμό με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος των στοιχείων από το κοινωνικό σύνολο.
5. Η αρχή της ενότητας και της καθολικότητας του προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις οποίες αφενός μεν όλα τα έσοδα και τα έξοδα εγγράφονται σε έναν και μοναδικό ενιαίο προϋπολογισμό (ώστε να επιτυγχάνεται μία ενιαία εικόνα των δραστηριοτήτων του), αφετέρου δε όλα ανεξαιρέτως τα δημόσια έσοδα και έξοδα εμφανίζονται στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένων και των αποθεματικών, των εγγυήσεων του δημοσίου καθώς και όλων των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων.
6. Η αρχή της ειδικότητας του προϋπολογισμού, όπου τα έσοδα και τα έξοδα ενός δημόσιου φορέα πρέπει να αναγράφονται με κάθε λεπτομέρεια στον προϋπολογισμό του φορέα αυτού. Η λεπτομερής αναγραφή των εσόδων και των δαπανών διευκολύνει τη Βουλή να ασκήσει τον έλεγχο του προϋπολογισμού. Με αυτό τον τρόπο δεσμεύεται η εκτελεστική εξουσία αφού σε κάθε περίπτωση είναι υποχρεωμένη να κινείται εντός των ορίων της προβλεπόμενης πίστωσης. Επιπλέον, απαγορεύεται ρητά η χρήση πίστωσης για την ικανοποίηση διαφορετικής ανάγκης από αυτήν που αναγράφεται στον προϋπολογισμό.
7. Η αρχή του μη ειδικού πορισμού των εσόδων, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται να προσδιορίζεται από πριν ότι κάποια έσοδα του προϋπολογισμού προορίζονται για την κάλυψη ορισμένων συγκεκριμένων δαπανών. Σε διαφορετική περίπτωση ο δημόσιος φορέας δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει όλα τα έσοδά του, αφού κάποια από αυτά θα ήταν ήδη δεσμευμένα.
Οι κυριότερες από τις αρχές και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση του προϋπολογισμού του Κράτους θα μπορούσαν να συνοψισθούν στους εξής:
1. Η αρχή της δημοσιότητας του προϋπολογισμού σύμφωνα με την οποία ο προϋπολογισμός του κράτους πρέπει να παίρνει τη μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα, ώστε να ενημερώνονται πλήρως οι πολίτες και να μπορούν να κρίνουν αν η κυβέρνησή τους ακολουθεί τη σωστή οικονομική και κοινωνική πολιτική ή όχι.
2. Η αρχή της ετήσιας διάρκειας, σύμφωνα με την οποία οι δημοσιονομικές πράξεις του προϋπολογισμού αναφέρονται σε ένα οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου ημερολογιακού έτους. Ο χρονικός αυτός περιορισμός επιβάλλεται διότι έτσι διευκολύνεται ο ακριβής υπολογισμός τόσο των εσόδων όσο και των δαπανών των δημοσίων φορέων.
3. Η αρχή της ειλικρίνειας και της ακρίβειας του προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις οποίες κάθε πρόβλεψη εσόδων και εξόδων πρέπει να είναι ειλικρινής και ακριβής στο μέτρο του εφικτού και να μην υπερεκτιμά ή υποτιμά τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι προβλέψεις. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να αποφεύγεται η σκόπιμη εγγραφή μη πραγματικών στοιχείων που θα οδηγούσε σε εκούσια νόθευση της εικόνας του προϋπολογισμού.
4. Η αρχή της σαφήνειας του προϋπολογισμού κατά την οποία τα έσοδα και τα έξοδα του κράτους πρέπει να δηλώνονται και να αναγράφονται στον προϋπολογισμό με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος των στοιχείων από το κοινωνικό σύνολο.
5. Η αρχή της ενότητας και της καθολικότητας του προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις οποίες αφενός μεν όλα τα έσοδα και τα έξοδα εγγράφονται σε έναν και μοναδικό ενιαίο προϋπολογισμό (ώστε να επιτυγχάνεται μία ενιαία εικόνα των δραστηριοτήτων του), αφετέρου δε όλα ανεξαιρέτως τα δημόσια έσοδα και έξοδα εμφανίζονται στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένων και των αποθεματικών, των εγγυήσεων του δημοσίου καθώς και όλων των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων.
6. Η αρχή της ειδικότητας του προϋπολογισμού, όπου τα έσοδα και τα έξοδα ενός δημόσιου φορέα πρέπει να αναγράφονται με κάθε λεπτομέρεια στον προϋπολογισμό του φορέα αυτού. Η λεπτομερής αναγραφή των εσόδων και των δαπανών διευκολύνει τη Βουλή να ασκήσει τον έλεγχο του προϋπολογισμού. Με αυτό τον τρόπο δεσμεύεται η εκτελεστική εξουσία αφού σε κάθε περίπτωση είναι υποχρεωμένη να κινείται εντός των ορίων της προβλεπόμενης πίστωσης. Επιπλέον, απαγορεύεται ρητά η χρήση πίστωσης για την ικανοποίηση διαφορετικής ανάγκης από αυτήν που αναγράφεται στον προϋπολογισμό.
7. Η αρχή του μη ειδικού πορισμού των εσόδων, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται να προσδιορίζεται από πριν ότι κάποια έσοδα του προϋπολογισμού προορίζονται για την κάλυψη ορισμένων συγκεκριμένων δαπανών. Σε διαφορετική περίπτωση ο δημόσιος φορέας δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει όλα τα έσοδά του, αφού κάποια από αυτά θα ήταν ήδη δεσμευμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου