Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

Μετασχηματίζουσα Μάθηση

Μετασχηματίζουσα Μάθηση

Αλέξανδρος Παπάνης
Διδάσκων Αγγλικής Γλώσσας (ΕΕΔΙΠ Ι)
Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης

Κατανοώ σημαίνει αντιλαμβάνομαι μια εμπειρία ή αλλιώς ερμηνεύω μια εμπειρία. Όταν αργότερα χρησιμοποιούμε αυτήν την εμπειρία με σκοπό να πάρουμε αποφάσεις ή να προβούμε σε πράξεις, τότε η πρώτη αυτή αντίληψη της ερμηνείας μετατρέπεται σε μάθηση. Από την άλλη, ωστόσο, μαθαίνουμε διαφορετικά όταν μέσα από την πράξη αναζητούμε τη μάθηση και διαφορετικά όταν στοχεύουμε στην κατανόηση κάποιων γεγονότων που απλά έχουν μεταφερθεί σε μας ως έμμεση εμπειρία. Η μάθηση λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι η διεργασία παραγωγής μιας νέας ή αναθεωρημένης ερμηνείας μιας εμπειρίας. Αυτή η ερμηνεία είναι υπεύθυνη για τη μεταγενέστερη αξιολόγηση, κατανόηση και δράση του ατόμου (Mezirow, 1990).

Όταν μαθαίνουμε προσδοκούμε να μετακινηθούμε από το σημείο Α που βρισκόμαστε τώρα και το οποίο αντιπροσωπεύει όσα γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, στο σημείο Β, δηλαδή στους στόχους και στις προσδοκίες της μάθησής μας. Ωστόσο, σκοπός της διαδικασίας αυτής δεν είναι η απλή απόκτηση γνώσεων, πληροφοριών και δεξιοτήτων, αλλά και ο ριζικός μετασχηματισμός των νοητικών συνηθειών μας, των νοηματοδοτικών προοπτικών μας και των νοητικών συνόλων μας, με άλλα λόγια ολόκληρων των πλαισίων αναφοράς μας που συμβολίζουν το σκέπτεσθαι και το ενεργείν μας. Κατά την McGonigal (2007) η διαδικασία αυτή μετασχηματισμού καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη και επίπονη, αν αναλογισθεί κανείς ότι στις παραδοχές του κάθε ατόμου εντάσσονται οι εμπειρίες μας, τα πιστεύω μας, οι αντιλήψεις και οι προσδοκίες πάνω στις οποίες στηρίζονται οι σκέψεις μας, τα συναισθήματα και οι συνήθειες μας – όλοι οι πολιτισμικοί κανόνες, τα κριτήρια, οι κώδικες, τα γλωσσικά σχήματα, οι προδιαγραφές και τα πρότυπα.

Κατά συνέπεια, θα λέγαμε ότι η μετασχηματίζουσα μάθηση είναι η μάθηση που μετασχηματίζει προβληματικά πλαίσια αναφοράς και παρωχημένες παραδοχές, έτσι ώστε αυτά να γίνουν περισσότερο περιεκτικά, ανοικτά, στοχαστικά και συναισθηματικά έτοιμα για αλλαγή (Κόκκος, 2005) Η διεργασία αυτή είναι περισσότερο πιθανό να οδηγήσει σε πεποιθήσεις και γνώμες που θα αποδειχθούν περισσότερο αληθινές ή που θα αιτιολογούν την ανάληψη δράσης. Πρώτιστα όμως μέσω της μετασχηματίζουσας μάθησης γινόμαστε κριτικά ενήμεροι του πως και του γιατί έχουν φτάσει οι παραδοχές μας να περιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε, κατανοούμε και αισθανόμαστε τον κόσμο.

Οι μετασχηματισμοί μπορεί να είναι παροδικού χαρακτήρα ή να αυξάνουν τμηματικά και μπορεί να εμπλέκουν αντικειμενικούς στόχους προσανατολισμένους προς κάποιο στόχο, ή υποκειμενικούς στόχους επαναπλαισίωσης.

Στην αντικειμενική επαναπλαισίωση και μετασχηματισμό, οι απόψεις αλλάζουν όταν γινόμαστε κριτικά στοχαστικοί πάνω στο περιεχόμενο ενός προβλήματος ή στη διαδικασία της επίλυσης ενός προβλήματος.

Ένα πλαίσιο αναφοράς επανασχηματίζεται όταν γινόμαστε κριτικά στοχαστικοί πάνω στις αρχές του προβλήματος και το επαναπροσδιορίζουμε.

Στην υποκειμενική επαναπλαισίωση και μετασχηματισμό, γινόμαστε συν-συγγραφείς των πολιτισμικών αφηγήσεων που έχουμε ήδη εγγράψει μέσα μας (Μέγα, 2002).

Και τα τρία αυτά είδη μετασχηματισμού έχουν μια κοινή συνιστώσα που είναι ο κριτικός στοχασμός και η κριτική αξιολόγηση της πηγής, των συστατικών στοιχείων, της σχετικότητας και της καταλληλότητας των λόγων που υποστηρίζουν τις παραδοχές και τις εμπειρίες μας. Ο κριτικός στοχασμός αποκτά εγκυρότητα μέσω της εμπειρικής δοκιμής που επιβεβαιώνει ή όχι αν μια θέση είναι αληθινή και αν είναι όπως υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι. Ακόμη ο κριτικός στοχασμός αποδεικνύεται γόνιμος διαμέσου του διαλόγου, ο οποίος από τη φύση του εμπεριέχει διαλεκτική και στοχαστική σκέψη και που οδηγεί σε μια δυνητικά καλύτερη κρίση. Στο διάλογο αυτό συμμετέχουμε με άλλους, για τους οποίους πιστεύουμε ότι είναι ενημερωμένοι, αντικειμενικοί και ορθολογικοί, προκειμένου να αξιοποιήσουμε τις αιτίες που καθιστούν τις παραδοχές μας προβληματικές.

Μέσα σε αυτό το νέο περιβάλλον ο ρόλος του εκπαιδευτή είναι καταλυτικός. Συνήθως ο ίδιος επηρεασμένος από το πλαίσιο στο οποίο ζει και περιστοιχίζεται περιορίζει το έργο του στην απλή μεταβίβαση γνώσεων στους εκπαιδευόμενους, στη μηχανική “ερμηνεία” φαινομένων και καταστάσεων και στην τυπική υπακοή στις κοινωνικές, πολιτισμικές και εκπαιδευτικές “νόρμες” της εποχής του, χωρίς ουσιαστική διάθεση επαναδιαπραγμάτευσης και συνεχούς επαναπροσδιορισμού. Ακολουθεί την πεπατημένη οδό της “αφομοιωτικής” μάθησης, δηλαδή τον τύπο μάθησης που προκύπτει όταν οι εκπαιδευόμενοι αποκτούν απλώς νέες πληροφορίες που μπορούν να χωρέσουν εύκολα στις προϋπάρχουσες δομές γνώσης τους. Οι εκπαιδευτές μεταφέρουν συνειδητά ή ασυνείδητα τις προσωπικές τους αξίες, αντιλήψεις και πεποιθήσεις για τον κόσμο, οι οποίες επηρεάζουν, στη συνέχεια, τις σχέσεις τους με τους εκπαιδευόμενους και ιδιαίτερα τις προσδοκίες που έχουν από αυτούς (Perkins, 1994).

Η μετασχηματίζουσα μάθηση ωστόσο βλέπει το ρόλο του εκπαιδευτή από μια άλλη οπτική - αυτή του εμψυχωτή - που αποκαλύπτει τους περιορισμούς της τρέχουσας προσέγγισης του εκπαιδευόμενου, του παρέχει τις απαιτούμενες ευκαιρίες για να διορθώσει τις παραδοχές του, τον ενθαρρύνει να προβεί σε κριτικό αυτο-στοχασμό, καθώς ο εκπαιδευόμενος εξετάζει από πού προήλθαν αυτές οι παραδοχές του και πως επηρέασαν ή περιόρισαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και, τέλος, ενισχύει τον κριτικό διάλογο με τους άλλους εκπαιδευόμενους, καθώς η ομάδα εξετάζει εναλλακτικές ιδέες και προσεγγίσεις. Επίσης, ο εκπαιδευτής - εμψυχωτής επιδιώκει την ελευθερία από πειθαναγκασμούς και διαστρεβλωτικές αυταπάτες, επιδεικνύει ικανότητα στην εκτίμηση των ενδείξεων και στην αντικειμενική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και παρέχει ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στους διάφορους ρόλους που αναδύονται μέσα από το διάλογο (Taylor, 1998).

Όπως ειπώθηκε παραπάνω, όταν ο τρόπος με τον οποίο αποκτάμε τη γνώση μετακινείται, μέσω της μετασχηματίζουσας μάθησης, από το σημείο όπου μας “διακατείχε” σε ένα άλλο σημείο που αντιπροσωπεύει τις προσδοκίες και τους στόχους μας, τότε το σχήμα με το οποίο γνωρίζουμε και αντιλαμβανόμαστε έχει γίνει πιο πολύπλοκο και πιο διευρυμένο. Ο ίδιος ο Mezirow (1990) αναφέρει ότι ανάμεσα στις μεθόδους με τις οποίες συντελείται η μετασχηματίζουσα μάθηση είναι «μέσω λόγου, γραπτού κειμένου, δράματος, τέχνης ή χορού». Την εμπειρία αυτή είχα την τύχη να βιώσω προσωπικά ως εκπαιδευόμενος, στα πλαίσια των μεταπτυχιακών μου σπουδών (Masters) στο Πανεπιστήμιο του Nottingham της Μ. Βρετανίας. Η εξειδίκευση αφορούσε τη διδασκαλία της Αγγλικής γλώσσας ως δεύτερης /ξένης γλώσσας και περιελάμβανε δύο υποχρεωτικούς τομείς, δηλ. το γλωσσολογικό και το μεταφραστικό τομέα και ένα προαιρετικό, δηλ. το λογοτεχνικό. Στη λογοτεχνία, τα έργα που εξετάζονταν κατατάσσονταν κατά περιόδους, ξεκινώντας από τα πρώτα Μεσαιωνικά χρόνια έως τον εικοστό αιώνα. Ανάμεσα στα άλλα περιλαμβάνονταν το λεγόμενο «Θέατρο του Παραλόγου» και δύο έργα των κυριότερων εκπροσώπων του, όπως το “Περιμένοντας τον Γκοντό” του Samuel Beckett και το “Κουκλόσπιτο” του Henrik Ibsen.

Οι μέχρι τότε γνώσεις μου για την συγκεκριμένη λογοτεχνική κατηγορία ήταν ότι διαπνέονταν από την ελευθερία έκφρασης (σε βαθμό που να μη με βρίσκει σύμφωνο κάποιες φορές) και από τη γενική αναθεώρηση όλων αυτών που πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρούνταν δεδομένα. Η στάση μου απέναντι σε αυτό το συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας ήταν από αδιάφορη έως αρνητική. Τα έργα εξέφραζαν την απογοήτευση και το θυμό μιας (μακρινής για μένα) γενιάς, καθώς και μια διαμαρτυρία ενάντια στον παραλογισμό της τότε ανθρώπινης κατάστασης - θεματολογία που αντιμετώπιζα ως ετεροχρονισμένη και μάλλον πληκτική και συνεπώς, ως χάσιμο χρόνου την ενασχόλησή μου με αυτήν (αποπροσανατολιστικό δίλημμα). Παρόλα αυτά τελικά αποφάσισα να συνεχίσω την παρακολούθηση της συγκεκριμένης ενότητας.

Σταδιακά άρχισα να συνειδητοποιώ ότι οι γνώσεις μου για ένα ολόκληρο ρεύμα ήταν εξαιρετικά περιορισμένες (αυτοεξέταση), γεγονός που με γέμισε με συναισθήματα απογοήτευσης και ντροπής. Ίσως σε αυτό να συνέτειναν και οι μέχρι τότε αντιλήψεις μου που συχνά μοιραζόμουν με συμφοιτητές μου κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών μου σπουδών στην Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών ότι η παγκόσμια λογοτεχνία έχει να επιδείξει λαμπρότερα έργα διανόησης, όπως αυτά του Τσώσερ, του Σαίξπηρ, των Μεταφυσικών ποιητών, των Βικτοριανών συγγραφέων κλπ. (κριτική αξιολόγηση των παραδοχών). Αναγνωρίζοντας τη δυσαρέσκειά μου αποφάσισα να συμμετάσχω σε μια ομάδα της τάξης μου που είχε κοινά βιώματα με μένα και τις ίδιες περίπου (περιορισμένες) γνώσεις για το “Θέατρο του Παραλόγου και τους εκπροσώπους του” και να μοιραστώ μαζί της τις ανησυχίες μου και τους προβληματισμούς μου (αναγνώριση της πηγής της δυσαρέσκειας και μοίρασμα με άλλους της διεργασίας του μετασχηματισμού). Αποφασίσαμε να καταστρώσουμε ένα σχέδιο δράσης που περιελάμβανε τη συστηματική μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου, την καταγραφή αναφορών, σημειώσεων, παραπομπών και ιδεών (σχεδιασμός ενός προγράμματος δράσης). Παράλληλα, αποφασίσαμε να έρθουμε σε επαφή με το διδάσκοντα καθηγητή, ο οποίος μας έδωσε πολύτιμες πληροφορίες και φώτισε διάφορες πτυχές του θέματος μας με εύστοχα σχόλια και παρατηρήσεις, γεγονός που μας βοήθησε στην αποτελεσματική ολοκλήρωση του συγκεκριμένου προγράμματος (απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων). Όμως η επαφή μου με το λογοτεχνικό αυτό είδος δεν σταμάτησε εκεί. Μετά το πέρας των μεταπτυχιακών μου σπουδών και επανερχόμενος στην Ελλάδα αποφάσισα να εντρυφήσω ακόμη περισσότερο στα έργα των δύο αυτών συγγραφέων και να δημοσιεύσω δύο άρθρα μου σε επιστημονικό περιοδικό των καθηγητών αγγλικής γλώσσας (Bridges, Τεύχη 3 και 9), όπου διαπραγματευόμουν τη θέση της γυναίκας (στο πρόσωπο της Νόρας, η οποία επίσης μετασχηματίζεται στο έργο του Ίψεν “Το κουκλόσπιτο” σε σχέση με τον πατριαρχικό ρόλο του συζύγου, τη κυρίαρχη θέση της εκκλησίας στα κοινωνικά δρώμενα και το γενικότερο συντηρητικό πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής εκείνης) (οικοδόμηση ικανότητας και αυτοπεποίθησης για το νέο ρόλο).

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η μετασχηματίζουσα μάθηση λειτουργεί ενάντια στις ιδεολογικές και υλικές δυνάμεις που επιδρούν στη ζωή μας, ευαισθητοποιεί τα άτομα αναφορικά με την αυτονομία της κουλτούρας και κινητοποιεί προς τη συνεχή διαπραγμάτευση και αναδιάρθρωση των ιδεολογικών καλουπιών μέσα στα οποία ζούμε. Με αυτού του είδους τη διεύρυνση οι άνθρωποι μπορούν να προκαλούν την ανάκληση πλήθους αναμνήσεων, καθώς βαθμιαία οι κεραίες τους γίνονται πιο ευαίσθητες απέναντι στις αντιφάσεις και προκλήσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε άρθρο του ο Kennedy (1990, στο Mezirow, 1990) “τέτοιου είδους συμβάντα προσωπικού και κοινωνικού μετασχηματισμού δείχνουν σε όλους τις συνέπειες που έχει στη ζωή μας το να οικοδομούμε επάνω σε μια αποκάλυψη”.

Αν εστιάζονταν περισσότερες δραστηριότητες ενήλικης εκπαίδευσης στον κρίσιμο στοχασμό επάνω σε αυτές τις εμπειρίες, η σωρευτική επίδραση θα ήταν ισχυρή.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kennedy W. (1990, “Transforming Ideologies” στο Mezirow, 1990 “Fostering Critical Reflection in Adulthood”, Jossey-Bass, San Francisco)
Kόκκος Α (2005), “Εκπαίδευση Ενηλίκων: Ανιχνεύοντας το πεδίο”, Μεταίχμιο, Αθήνα.
McGonigal K. (2007) “Διδασκαλία για το Μετασχηματισμό: από τη Μαθησιακή θεωρία στις Διδακτικές Στρατηγικές”, Εκπαίδευση Ενηλίκων, τ. 12, σελ: 12-15.
Μέγα Γ. (2002) “Γλώσσα και τέχνη: πρόταση για δημιουργική διδασκαλία. Έρευνα σε μαθητές του Δημοτικού Σχολείου”, Παιδαγωγική Επιθεώρηση, σελ:120-133.
Mezirow J. (1990) “Fostering Critical Reflection in Adulthood”, Jossey-Bass, San Francisco
Perkins D. (1994) “The Intelligent Eye: Learning to Think by Looking to Art”, The Getty Institute for the Arts, LA California
Taylor W.E. (1998) “The Theory and Practice of Transformative Learning”, www.eric.edu.com , 20/1/2008.

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

Σκοπός της μικροδιδασκαλίας Δρ. Αλέξανδρος Παπάνης Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης

Βασικός σκοπός της μικροδιδασκαλίας είναι να συνδυαστεί η θεωρία με την πράξη και να ασκηθούν οι υποψήφιοι και υπηρετούντες εκπαιδευτικοί στην εφαρμογή συγκεκριμένων παιδαγωγικών και διδακτικών δεξιοτήτων, όπως, για παράδειγμα,: στην προετοιμασία του μαθήματος (προγραμματισμό της διδασκαλίας σε μικροεπίπεδο), στην έναρξη και τη λήξη της διδασκαλίας, στην επιλογή και στη διατύπωση των στόχων διδασκαλίας/μάθησης, στη μη λεκτική συμπεριφορά, στη χρήση διαφόρων μέσων διδασκαλίας (παραδοσιακών και σύγχρονων), στην εφαρμογή μορφών (μετωπικής, ερωτηματικής, διαλογικής, πειραματικής, εταιρικής, ομαδικής κλπ.) και τεχνικών (υποβολής ερωτήσεων, εφαρμογής συζήτησης, χρήσης του λόγου κλπ.) διδασκαλίας/μάθησης, στην απόκτηση αυτοπεποίθησης κατά τη διδασκαλία, στη συμπεριφορά προς τους μαθητές, στην τήρηση του χρόνου, στην (αυτο- και ετερο) αξιολόγηση κ.ά. Στο πλαίσιο της μικροδιδασκαλίας δίνεται, επομένως, η δυνατότητα αφενός στους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς να έχουν μια πρώτη επαφή με τη διδακτική πράξη (έστω και σε «τεχνητό» περιβάλλον) και να ξεπεράσουν ως έναν βαθμό το «σοκ της πράξης» και αφετέρου στους εν ενεργεία εκπαιδευτικούς να εφαρμόσουν νέες ιδέες και πρακτικές που αφορούν τη διδακτική διαδικασία, να ελέγξουν και να βελτιώσουν τις διδακτικές τους δεξιότητες, ασκούμενοι σε αυτές, και να αξιολογήσουν και οι ίδιοι τον εαυτό τους. 
Το ασφαλές περιβάλλον και οι ελεγχόμενες –εργαστηριακές– συνθήκες κατά τη μικροδιδασκαλία προσφέρουν ακριβώς το πλεονέκτημα ότι δεν υπάρχει ο φόβος της πρόκλησης αρνητικών αποτελεσμάτων στους διδασκομένους, διότι τον συγκεκριμένο ρόλο παίζουν κατά τη μικροδιδασκαλία οι συνάδελφοι του ασκούμενου εκπαιδευτικού – γι’ αυτόν τον λόγο ο ασκούμενος εκπαιδευτικός έχει επιπλέον ελευθερία. 
Έτσι, η μικροδιδασκαλία προσφέρει ένα πεδίο έρευνας και εφαρμογής διδακτικών πρακτικών, συγκροτώντας ένα χρήσιμο παιδαγωγικό και διδακτικό μέσο και ένα εργαλείο αυτοαξιολόγησης. Κομβική σημασία έχει στο πλαίσιο της μικροδιδασκαλίας ο επόπτης, ο ίδιος ο ασκούμενος υποψήφιος ή εν ενεργεία εκπαιδευτικός, οι συνάδελφοί του καθώς και η εκπαιδευτική τεχνολογία, επειδή η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών (βιντεοκάμερας, βίντεο, ηλεκτρονικού υπολογιστή, τηλεόρασης) διευκολύνει τη διαδικασία κριτικής και ανάλυσης της διδασκαλίας και αυτοαξιολόγησης του ασκούμενου εκπαιδευτικού. Στην πραγματικότητα η μικροδιδασκαλία παρέχει την ευκαιρία άσκησης των μελλοντικών και των υπηρετούντων εκπαιδευτικών και στα τρία βασικά στάδια της μεθόδευσης της διδασκαλίας: στην προετοιμασία, στη διεξαγωγή και στην αξιολόγησή της. 
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:Χατζηδήμου, Δ. (1997). Η μικροδιδασκαλία στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών. Μια θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση. Θεσσαλονίκη: Αδελφοί Κυριακίδη.

Πλεονεκτήματα και Δυσκολίες κατά τη διδασκαλία μιας Ξένης Γλώσσας σε Ενήλικες σπουδαστές Δρ. Αλέξανδρος Παπάνης

ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
1. Δεν υπάρχουν προβλήματα πειθαρχίας.
2. Υπάρχει σαφής μαθησιακός σκοπός και προκαθορισμένοι στόχοι.
3. Οι σπουδαστές συχνά ήδη έχουν κάποια προηγούμενη γνώση της γλώσσας γεγονός που διευκολύνει την εκ νέου ενεργοποίηση της μαθησιακής διαδικασίας.
4. Δεν υπάρχει εμπλοκή και καταναγκασμός από τρίτα πρόσωπα (π.χ. οι γονείς των μαθητών). Πρόκειται για ελεύθερη και συνειδητή επιλογή των ενηλίκων σπουδαστών.
5. Οι ενήλικοι μπορούν να δουν τα άμεσα αποτελέσματα του τι καταφέρνουν σε ρεαλιστικές καταστάσεις της καθημερινής τους ζωής. 
6. Η μάθηση αντιμετωπίζεται ως μία σοβαρή και εποικοδομητική εμπειρία από τους ενήλικους σπουδαστές.
7. Το να διδάσκεις ενήλικους διευρύνει τους ορίζοντες και των ίδιων των διδασκόντων (ειδικά όταν διδάσκουν την ξένη γλώσσα για ειδικούς ή ακαδημαϊκούς σκοπούς – καθώς επωφελούνται από την εξειδικευμένη γνώση που σχετίζεται με τα πεδία των επαγγελματικών ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων των ενηλίκων).
ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
1. Στην εκπαίδευση ενηλίκων υπάρχουν συνήθως πιεστικοί χρονικοί περιορισμοί γιατί η ενασχόληση των ενηλίκων με την εκμάθηση της ξένης γλώσσας είναι κυρίως βραχυπρόθεσμη. Λόγω των υποχρεώσεών τους κουράζονται εύκολα και δεν μπορούν να ασχοληθούν συστηματικά με την εκμάθηση της ξένης γλώσσας για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Έτσι η εκμάθηση πρέπει να είναι οργανωμένη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σύντομη, εντατική, περιεκτική και με στόχο την πιστοποίηση των γνώσεων γιατί οι ενήλικοι επιθυμούν να τις χρησιμοποιήσουν για επαγγελματικούς λόγους. 
2. Ο χρόνος για εργασίες στο σπίτι είναι πολύ περιορισμένος. Κατά συνέπεια, οι περισσότερες δραστηριότητες πρέπει να εκτελούνται κατά τη διάρκεια των μαθημάτων.
3. Οι ενήλικοι σπουδαστές έχουν ποικίλες έξω-εκπαιδευτικές ευθύνες και υποχρεώσεις (δουλειά, οικογένεια κ.λπ.) που τους επηρεάζουν και ψυχολογικά με αποτέλεσμα κάποιες φορές να χάνουν -όχι την ικανότητά τους για μάθηση- αλλά το ηθικό και το ζήλο τους για τη συνέχιση των σπουδών τους. 
4. Υπάρχουν βαθιά ριζωμένες εσφαλμένες αντιλήψεις που λειτουργούν αρνητικά στο θυμικοσυναισθηματικό κομμάτι των ενηλίκων σπουδαστών (συχνά θεωρείται ότι τα παιδιά και οι έφηβοι είναι περισσότερο επιτυχημένα ως σπουδαστές της ξένης γλώσσας από τους ενήλικους).
5. Οι ενήλικοι σπουδαστές έχουν ήδη αναπτύξει το δικό τους μαθησιακό τρόπο. Ο καθένας έχει αναπτύξει ένα δικό του τρόπο για να μαθαίνει πέρα από τα καθιερωμένα μοντέλα. Διαφέρει επίσης και ο ρυθμός μάθησης κάθε εκπαιδευόμενου. Αν και όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν και ως πλεονεκτήματα.
6. Πιθανόν υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός από «αποκρυσταλλωμένα» λάθη που παρεμποδίζει τη μάθηση όταν οι σπουδαστές έχουν ήδη κάποια προηγούμενη γνώση της ξένης γλώσσας που διδάσκονται. Επίσης μπορεί να υπάρχουν δυσάρεστες εμπειρίες από την τελευταία φορά που διδάχθηκαν μία ξένη γλώσσα (π.χ. στην εφηβική τους ηλικία, στο πλαίσιο του σχολείου κ.λπ.) και αυτό τους προκαταβάλλει αρνητικά.
Γαλάνη Μαρία-Ελευθερία (2009) Η διδακτική και μαθησιακή διαδικασία της ξένης γλώσσας στο πλαίσιο της Εκπαίδευσης Ενηλίκων.
Καψάλης Α. & Παπασταμάτης Α. (2002), Εκπαίδευση Ενηλίκων α΄, Γενικά εισαγωγικά θέματα. Θεσσαλονίκη: εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Κολιάδης Ε. (2002). Γνωστική Ψυχολογία, Γνωστική Νευροεπιστήμη και Εκπαιδευτική πράξη: Το μοντέλο επεξεργασίας πληροφοριών. Αθήνα.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΕΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΞΕΝΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ Δρ. Αλέξανδρος Παπάνης Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

1. Ο καθηγητής προετοιμάζει ένα ερωτηματολόγιο ανάλυσης αναγκών και συνομιλεί σχετικά με τους σπουδαστές. 
2. Σημειώνει τις πληροφορίες που έχει συλλέξει (μέσω του ερωτηματολογίου και της προσωπικής συζήτησης) με σκοπό να στοιχειοθετήσει το “προφίλ” των σπουδαστών, (σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο ανάλογα με το εάν πρόκειται για εξατομικευμένο ή ομαδικό μάθημα), την πρότερη γνώση τους, τους λόγους για τους οποίους επιθυμούν να μελετήσουν την ξένη γλώσσα, τη διαθεσιμότητά τους για τα μαθήματα και άλλους παράγοντες (Καψάλης, 2000, 73-75).
3. Διερευνά και τις τέσσερις γλωσσικές δεξιότητες -ανάγνωση, ομιλία, ακουστική και γραπτή ικανότητα (reading, speaking, listening, writing)- και αποφασίζει εάν πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε κάποια από αυτές ξεχωριστά.
4. Προβληματίζεται για το σε ποιες λειτουργίες και σε ποιες επικοινωνιακές καταστάσεις (περιστάσεις επικοινωνίας) οι συγκεκριμένοι σπουδαστές θα κληθούν να χρησιμοποιήσουν την ξένη γλώσσα. Αυτή η μελέτη θα βοηθήσει τον διδάσκοντα να επιλέξει τα κατάλληλα για το συγκεκριμένο κοινό πεδία γραμματικής, λεξιλογίου και χρήσης της γλώσσας θα πρέπει να μελετηθούν.
5. Επισκέπτεται ένα ξενόγλωσσο βιβλιοπωλείο και αναζητά διαθέσιμο υλικό στην αγορά που μπορεί να είναι πρόσφορο για το μάθημά του. Υπάρχει σημαντική ποικιλία από ξενόγλωσσα βιβλία για ειδικούς σκοπούς και ενήλικες από τα οποία μπορεί να διαλέξει ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες του.
6. Οπωσδήποτε ο καθηγητής ξένης γλώσσας δεν είναι υποχρεωμένος να περιορίσει τις δυνατότητες του μαθήματός του στα εγχειρίδια που κυκλοφορούν στην αγορά. Υπάρχουν πολλές πηγές που μπορεί να χρησιμοποιήσει για διδακτικούς σκοπούς: ξενόγλωσσες εφημερίδες και περιοδικά, διαδίκτυο, εκπαιδευτικά λογισμικά, ταινίες κ.λπ. Ο διδάσκων λοιπόν μπορεί είτε να συμπληρώσει το αρχικά επιλεγμένο εγχειρίδιο με επιπλέον υλικό είτε να το αντικαταστήσει εντελώς.
7. Τα κριτήρια για την επιλογή του διδακτικού υλικού χρειάζεται να ανταποκρίνονται στο τρίπτυχο «ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ – ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ – ΧΡΗΣΗ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ» με σκοπό το μάθημα να καθίσταται επίκαιρο, ενδιαφέρον και να παρακινεί ένα κοινό με άποψη όπως οι ενήλικοι. 
8. Όταν ο διδάσκων θα έχει επιλέξει το εκπαιδευτικό υλικό που θα χρησιμοποιήσει στο μάθημά του τότε θα προχωρήσει στο σχεδιασμό βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο του προγράμματος σπουδών των συγκεκριμένων μαθημάτων (course syllabus).
9. Καλό θα ήταν ο διδάσκων να συζητήσει αυτόν τον προγραμματισμό με τους διδασκόμενους (για να είναι σίγουρος ότι συμβαδίζει με τα ενδιαφέροντα και τις ιδιαίτερες ανάγκες τους).
10. Μετά από όλη αυτή την προεργασία, ο καθηγητής είναι έτοιμος να αρχίσει το μάθημά του αλλά με την προϋπόθεση ότι δεν θα παραμένει συνεχώς «περιχαρακωμένος» στον αρχικό σχεδιασμό του προγράμματος σπουδών του (syllabus plan) αλλά θα είναι ανοικτός και ευέλικτος σε αλλαγές κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Και αυτό γιατί συχνά οι ενήλικοι σπουδαστές αλλάζουν γνώμη σχετικά με τις ανάγκες τους στην ξένη γλώσσα κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Το πιο πιθανό είναι να ζητήσουν να συμπεριληφθούν περισσότερα στοιχεία στο μάθημά τους και κατά συνέπεια σταδιακά μπορεί η φύση του μαθήματος να μεταλλαχθεί από ένα μάθημα ξένης γλώσσας για αυστηρά ειδικούς σκοπούς σ’ένα μάθημα εκμάθησης της ξένης γλώσσας περισσότερο γενικευμένο και εμπλουτισμένο.
11. Ο διδάσκων οφείλει να προκαλεί και να καλλιεργεί την ενεργή συμμετοχή και δραστηριοποίηση των σπουδαστών κατά τη διδακτική διαδικασία μέσα από δραστηριότητες συλλογικές και δημιουργικές όπως τα παιχνίδια ρόλων, ο καταιγισμός ιδεών, οι ομαδικές συζητήσεις, τα σχέδια δράσης (ομαδοσυνεργατική μάθηση). 
12. Το σημαντικότερο όμως είναι να καλλιεργήσει ο διδάσκων στους σπουδαστές του την ικανότητα του «μαθαίνω πώς να μαθαίνω», βασική αρχή της Εκπαίδευσης Ενηλίκων (Rogers, 1998). Να τους μάθει πώς να συνεχίζουν να μαθαίνουν και εκτός τάξης και χωρίς διδάσκοντα, πώς να γίνουν σταδιακά αυτόνομοι σπουδαστές. Πώς να αντλούν γνώση και να εμπλουτίζονται από κάθε πηγή –εκπαιδευτική και μη- που συναντούν στην καθημερινότητά τους : λεξικά, διαδίκτυο, λογισμικά, εφημερίδες, περιοδικά, επαγγελματικά εγχειρίδια, συνομιλίες με φυσικούς ομιλητές της ξένης γλώσσας. 
13. Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό σημείο αποτελεί η προσπάθεια να γίνει το μάθημα ευχάριστο και δημιουργικό. Άλλωστε ένα μάθημα ενηλίκων μπορεί να είναι ιδιαίτερα προκλητικό και ικανοποιητικό τόσο για τον διδάσκοντα όσο και για τους διδασκόμενους. Μέχρι το τέλος της συγκεκριμένης εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σίγουρο ότι και οι δύο πλευρές θα έχουν προοδεύσει: οι σπουδαστές χάρη στις καινούριες γλωσσικές δεξιότητες που θα αναπτύξουν και οι διδάσκοντες χάρη στα νέα γνωστικά πεδία χρήσης της ξένης γλώσσας που θα προσεγγίσουν μέσα από τις εμπειρίες και τα ενδιαφέροντα των σπουδαστών τους.
Γαλάνη Μαρία-Ελευθερία (2009) Η διδακτική και μαθησιακή διαδικασία της ξένης γλώσσας στο πλαίσιο της Εκπαίδευσης Ενηλίκων.

Τα Λεξιλογικά Δάνεια της Ελληνικής στην Αγγλική Δρ. Αλέξανδρος Παπάνης

Η Ομηρική (Ελληνική) Γλώσσα, αποτελεί τη βάση επάνω στην οποία στηρίχτηκαν πλήθος σύγχρονων γλωσσών. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε καμία άλλη αναφορά..
ακόμα κι αν δεν είχε διασωθεί κανένα προκατακλυσμιαίο μνημείο, θα αρκούσε η Ελληνική Γλώσσα ως απόδειξη της ύπαρξης στο παρελθόν, μίας εποχής μεγάλου πολιτισμού…
Στη γλώσσα μας είναι εμφυτευμένη όλη η γνώση που κατέκτησε ο άνθρωπος, έως την παρούσα στιγμή. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, φορτίο που οι προγενέστεροι ‘εξόδευσαν’, για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια και να την ‘βαπτίσουν’ με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη».
Παραδείγματα:
AFTER = Από το ομηρικό αυτάρ= μετά. Ο Όμηρος λέει: “θα σας διηγηθώ τι έγινε αυτάρ”.
AMEN = λατινικά: amen. Το γνωστό αμήν προέρχεται από το αρχαιότατο ή μήν = αληθώς, (Ιλιάδα Ομήρου β291-301), ημέν. Η εξέλιξη του ημέν είναι το σημερινό αμέ!
BANK = λατινικά pango από το παγιώ, πήγνυμι. Οι τράπεζες πήραν την ονομασία τους από τα πρώτα ‘τραπέζια’ (πάγκους) της αγοράς…
BAR = λατινικά: barra από το μάρα = εργαλείο σιδηρουργού.
BOSS = από το πόσσις = ο αφέντης του σπιτιού.
BRAVO = λατινικό, από το βραβείο.
BROTHER = λατινικά frater από το φράτωρ.
CARE = από το καρέζω.
COLONIE από το κολώνεια = αποικιακή πόλη.
DAY = Οι Κρητικοί έλεγαν την ημέρα ‘δία’. Και: ευδιάθετος = είναι σε καλή μέρα.
DISASTER = από το δυσοίωνος + αστήρ
DOLLAR = από το τάλλαρον = καλάθι που χρησίμευε ως μονάδα μέτρησης στις ανταλλαγές. π.χ. «δώσε μου 5 τάλλαρα σιτάρι». Παράγωγο είναι το τάλληρο, αλλά και το τελλάρo!
DOUBLE = από το διπλούς – διπλός.
EXIST = λατινικά ex+sisto από το έξ+ίστημι= εξέχω, προέχω.
EXIT = από το έξιτε = εξέλθετε
EYES = από το φάεα = μάτια.
FATHER = από το πάτερ (πατήρ).
FLOWER = λατινικά flos από το φλόος.
FRAPPER = από το φραγκικό hrappan που προέρχεται από το (F)ραπίζω = κτυπώ (F= δίγαμμα).
GLAMO UR = λατινικό gramo ur από το γραμμάριο. Οι μάγοι παρασκεύαζαν τις συνταγές τους με συστατικά μετρημένα σε γραμμάρια και επειδή η όλη διαδικασία ήταν γοητευτική και με κύρος, το gramo ur -glamou r , πήρε την σημερινή έννοια.
HEART, CORE = από το κέαρ = καρδιά.
HUMOR = από το χυμόρ = χυμός (Στην ευβοϊκή διάλεκτο, όπως αναφέρεται και στον Κρατύλο του Πλάτωνος, το τελικό ‘ς’ προφέρεται ως ‘ρ’. Π.χ. σκληρότηρ αντί σκληρότης).
I = από το εγώ ή ίω, όπως είναι στην βοιωτική διάλεκτο.
ILLUSION = από το λίζει = παίζει.
ΙS = από το είς.
KARAT = εκ του κεράτιον, (μικρό κέρας για τη στάθμιση βάρους).
KISS ME = εκ του κύσον με = φίλησέ με ( …;είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη).
LORD = εκ του λάρς. Οι Πελασγικές Ακροπόλεις ονομάζονταν Λάρισσες και ο διοικητής τους λάρς ή λαέρτης. Όπως: Λαέρτης – πατέρας του Οδυσσέα).
LOVE = λατινικό: love από το ‘λάFω’. Το δίγαμμα (F) γίνεται ‘αυ’ και ‘λάF ω ‘ σημαίνει “θέλω πολύ”.
MARMELADE = λατινικά melimelum από το μελίμηλον = κυδώνι.
MATRIX = από το μήτρα.
MATURITY = λατινικά: maturus από το μαδαρός= υγρός.
MAXIMUM = λατινικά: maximum από το μέγιστος.
MAYONNAISE = από την πόλη Mayon, που πήρε το όνομά της από το Μάχων = ελληνικό όνομα και αδελφός του Αννίβα.
ME = από το με.
MEDICINE = λατινικά :medeor από το μέδομαι, μήδομαι = σκέπτομαι, πράττω επιδέξια. Και μέδω = φροντίζω, μεδέων = προστάτης.
MENACE = από το μήνις.
MENTOR = από το μέντωρ.
MINE = από το Μινώαι (= λιμάνια του Μίνωα, όπου γινόταν εμπόριο μεταλλευμάτων. «Κρητών λιμένες, Μίνωαι καλούμεναι». (Διοδ.Σικελ.Ε’84,2).
MINOR = λατινικά: minor από το μινύς = μικρός. Στα επίσημα γεύματα είχαν το μινύθες γραμμάτιον, ένα μικρό κείμενο στο οποίο αναγραφόταν τι περιελάμβανε το γεύμα. Παράγωγο το …; menu!
MODEL = από το μήδος= σχέδιο (η ίδια ρίζα με τη μόδα (= moda ).
MOKE = από το μώκος = αυτός που χλευάζει.
MONEY = λατινικό: moneta από το μονία = μόνη επωνυμία της Θεάς Ήρας: Ηραμονία. Στο προαύλιο του ναού της Θεάς στη Ρώμη ήταν το νομισματοκοπείο και τα νομίσματα έφεραν την παράστασή της, (monetae).
MOTHER = από το μάτηρ, μήτηρ.
MOVE = από το ομηρικό αμείβου = κουνήσου!
MOW = από το αμάω = θερίζω.
NIGHT = από το νύχτα.
NO = λατινικό: non, ne εκ του εκ του νη: αρνητικό μόριο (“νέ τρώει, νέ πίνει”), ή ( νηπενθής = απενθής, νηνεμία = έλλειψη ανέμου.
PAUSE = από το παύση.
RESISTANCE = από το ρά + ίστημι.
RESTAURANT = από το ρά + ίσταμαι = έφαγα και στηλώθηκα.
RESTORATION = λατινικά restauro από το ρά+ίστημι, όπου το ρά δείχνει συνάρτηση, ακολουθία, π.χ. ρά-θυμος, και ίστημι = στήνομαι.
SERPENT = λατινικά serpo από το έρπω (ερπετό). H δασεία (‘) προφέρεται ως σ = σερπετό.
SEX = από το έξις. Η λέξη δασύνεται και η δασεία μετατρέπεται σε σίγμα και = s + έξις.
SIMPLE = από το απλούς (η λέξη δασύνεται).
SPACE = από το σπίζω = εκτείνω διαρκώς.
SPONSOR από το σπένδω = προσφέρω ( σπονδή).
TRANSFER από το τρύω (διαπερνώ) + φέρω. Transatlantic = διαπερνώ τον Ατλαντικό.
TURBO = από το τύρβη = κυκλική ταραχώδης κίνηση.
YES = από το γέ = βεβαίως.
WATER = από το Ύδωρ (νερό), με το δ να μετατρέπεται σε τ.
Αναστασίας Γονέου «Ελληνική Γλώσσα – τροφός όλων των γλωσσών»

20 Βήματα κατά τη διαδικασία άσκησης ρόλων όταν δουλεύουμε με ομάδες μαθητών μέσα στην τάξη Δρ. Αλέξανδρος Παπάνης Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης

1. Στην ολομέλεια: «ανατρέξτε στην σχολική σας εμπειρία στα εφηβικά σας χρόνια και θυμηθείτε χαρακτηριστικούς τύπους στην τάξη» (καταιγισμός)- Δύο εθελοντές γράφουν στον πίνακα ακριβώς όπως λέγονται (χωρίς αλλαγές-10λ 
2. Προκύπτουν στήλες (3-4) με χαρακτηρισμούς. 
3. Βοηθείστε να ομαδοποιήσουμε όλοι μαζί τα χαρακτηριστικά ώστε να φτιαχτούν 5 ρόλοι της σχολικής ομάδας-ποιο ταιριάζει με τι…» Καθώς τα μέλη υποδεικνύουν ο επιμορφωτής σημειώνει τον ίδιο αριθμό δίπλα στη κάθε λέξη που ταιριάζει στον ίδιο ρόλο. «ελάτε να δώσουμε όνομα στους ρόλους (ορολογία παιδιών)
4. «Το κάθε μέλος διαλέγει σε ποιόν ρόλο θέλει να μπει – 4 περίπου μέλη ανά ρόλο» «Καθίστε ως «ομάδα ενός ρόλου», όπου θέλετε στην αίθουσα.(βήματα 3 -4=10λ)
5. «Βγείτε από τον εαυτό σας και μπείτε στα παπούτσια του ρόλου που διαλέξατε.. είσαστε παιδί στο σχολείο και είσαστε αυτός ο χαρακτηριστικός τύπος». «Η κάθε ομάδα να δηλώσει τον ρόλο της ώστε όλοι να γνωρίζουν ποιός είναι ποιός».
6. «Θυμηθείτε σχολικά συμβάντα που ζήσατε στα παπούτσια αυτού του ρόλου, …πώς νοιώθετε, σκέφτεστε, πώς αντιδράτε. Συζητήστε για λίγο για να μπείτε καλά μέσα στον ρόλο». (αφήνουμε για 5-6 λεπτά να κυλήσει η κουβέντα:)
7. «Γράψτε ένα γράμμα προς την τάξη (συμμαθητές, ή και δασκάλους, γονείς κλπ) όπου εκφράζετε ‘όλη σας την αλήθεια’… για το πώς νοιώθετε, σκέφτεστε, αντιδράτε. Χρησιμοποιείστε συναισθήματα, σκέψεις, γλώσσα και ύφος μέσα από τον ρόλο». (10-15 λεπτά)
8. Προτρέπουμε να αξιοποιηθούν όλες οι διαφορετικές φωνές μέσα στο ρόλο, καθότι το κάθε μέλος φέρνει τη δική του ιδιαίτερη εμπειρία. Οι αρχικές αντιδράσεις «μα, πώς θα συντάξουμε ένα κείμενο αφού ο καθένας νοιώθει διαφορετικά», απαντώνται με το «όλες οι φωνές είναι αληθινές και χρήσιμες. Δεν είναι καλό να ομογενοποιηθούν σε ένα σύνολο και να χαθούν. (Γράψτε από τη μια νοιώθω έτσι… από την άλλη.. νιοιώθω…)». 
9. «Ο εσωτερικός διάλογος που αναπτύσσετε στον κάθε ρόλο, βοηθά να αναδυθούν όχι μόνο οι φανερές αλλά και οι κρυμμένες του πλευρές. Αφήστε τες να εκφρστούν και αυτές..».
10. «Τώρα ένας εκπρόσωπος από κάθε ρόλο –από εκεί που καθόσαστε- σηκώνεται και διαβάζει το γράμμα και τα μέλη μέσα στους άλλους ρόλους αφουγκράζονται συναισθήματα και σκέψεις που συνηχούν μέσα τους». Ανάλογα με τον διαθέσιμο χρόνο είμαστε λιγότερο ή περισσότερο επιτρεπτικοί στην πηγαία έκφραση αυτών των συνηχήσεων(10-15 λεπτά). Αφήνουμε την σειρά με την οποία θα διαβαστούν τα γράμματα να αναδυθεί, δεν καθοδηγούμε!.
11. Καθώς ακούμε, σημειώνουμε αλλαγές στο συγκινησιακό κλίμα (μπορεί π.χ. το άκουσμα μιας φωνής στενοχωρημένης και μοναχικής στον «καλό μαθητή», να μαλακώσει τα συναισθήματα των άλλων απέναντί του ή ο «αποδιοπομπαίος» να γεννά απρόσμενη συμπάθεια και εκτίμηση …)
12. Αντίστοιχα στον «περιθωριοποιημένο», μπορεί να βγει μια πλευρά μοναχική, που επιθυμεί να συνδεθεί με τους άλλους, ενώ ταυτόχρονα αγωνιά να διατηρήσει την ιδιαιτερότητά του, μη συμμορφούμενος με την επικρατούσα άποψη. Ο «αμφισβητίας» δείχνει την ανάγκη για αλλαγή, ο «γκρινιάρης» διακινεί το συναίσθημα, ο «δημοφιλής» έχει έγνοια να καλλιεργεί το κοινωνικό «εμείς», κλπ.
13. Μόλις τελειώσει και το τελευταίο γράμμα, αν κρίνουμε, μπορούμε σ’ αυτό το σημείο (αλλιώς αναβάλουμε για το τέλος της άσκησης), να υπογραμμίσουμε στοιχεία που αναδύθηκαν, σχετικά με τις διαφορετικές ανάγκες μιας ομάδας και πώς οι «ρόλοι» εκφράζουν συμπληρωματικά τις πλευρές της
14. «βγήτε τώρα από το ρόλο και με 3-4 μέλη από άλλους ρόλους διαμορφώστε νέες ομάδες μεικτής σύνθεσης» 
15. «Αναστοχαστείτε την εμπειρία…, τι νέα πληροφρία ναδύθηκε, τι σας εξέπληξε, πως νιοώσατε τιπαρατηρείτε και καταλαβαίνετε. ανατρέξτε σε αντίστοιχες εμπειρίες σας σε άλλες ομάδες ….πότε ήσασταν σε αντίστοιχο ρόλο στη ζωή σας, στην οικογένεια…, παρέα φίλων.. στην εργασία…» 
16. «Ανταλλάξτε μεταξύ σας στη μικρή ομάδα, ό,τι θεωρείτε σημαντικό για εσάς και κατάλληλο να μοιραστείτε σε αυτό το πλαίσιο».
17. «Ως ομάδα γράψτε παράγραφο με διαπιστώσεις-συναισθήματα- ερωτήματα με την οποία θέλετε να τροφοδοτήσετε την ολομέλεια στο κλείσιμο της συνάντησης». (Υπογράψτε την με τα ονόματά σας). 
18. «Οι μικρές ομάδες ας ‘ανοίξουν’ τα καθίσματά τους προς την ολομέλεια. Ποια ομάδα θέλει να ξεκινήσει;». Οι εκπρόσωποι διαβάζουν τις παραγράφους με τη σειρά που αναδύεται αυθόρμητα, χωρίς υπόδειξη.
19. Υπογραμμίζουμε πώς συνδέονται μεταξύ τους όσα λένε οι ομάδες, αναδεικνύοντας τον κεντρικό προβληματισμό της ολομέλειας. (αξιοποιούμε και μη λεκτικές ενδείξεις). Συνδέουμε με την θεωρία για το πώς οι ομάδες λειτουργούν και αναπτύσσουν την αυτό-ηγετικότητά τους.
20. Είναι η στιγμή που τα μέλη της ομάδας βιώνουν την ολοκλήρωση μιας διεργασίας «συμπαραγωγής γνώσης», βήμα-βήμα, επάνω στο θέμα της λειτουργίας της ομάδας, που εμπεριέχει τις δικές τους σκέψεις, συναισθήματα, εικόνες, που τους συνδέουν μεταξύ τους και με την ζωή τους ευρύτερα.

Native English versus non-native usages of English, Dr. Alexandros Papanis

English may succeed and can become a mother tongue in certain speech networks. English is an inherently anglicizing language, so by contrast the need for a localized form, identifiable and definable through the local distinctive features had emerged in many communities all over the world. 
But these local variations of the English language have been characterized at times as deviations from the proper standard English and have been received the contempt and sometimes the condemnation of educated English people. The crucial question, therefore, is what does the term “native standard English” mean and how does it juxtapose to the innumerable “non-native usages of English” found in sociolinguistic contexts outside Britain (since our main interest is English as an international language, we shall deliberately “ignore” the fact that such varieties of English, fairly different to the standard one, can also be met in Britain itself).
Usually when people speak standard English they are speaking a variety which originated and was propagated largely in writing (O’Donnell and Todd, 1980:11). It is the vehicle used by the “educated” speakers of the language and was first developed in the south-east area of England. 
According to Ward (1912:1) no-one can give an adequate definition of what exactly standard English is “simply because such a thing does not exist”, whereas Stevens (1981) reports that “standard” does not imply “imposed” or “of the majority”. Indeed, the “non-native” speakers of English are much more than the “native”. Besides, being a native speaker does not seem to be as important as being fluent in the language use and familiar with the several different national varieties (Kachru, 1992:88). As a result, it is rather difficult to define the prevailing “norms” of standard English and much more complicated to delineate its characteristics.

Μετασχηματίζουσα Μάθηση

Μετασχηματίζουσα Μάθηση Αλέξανδρος Παπάνης Διδάσκων Αγγλικής Γλώσσας (ΕΕΔΙΠ Ι) Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης Κατανοώ σημαίνει αντιλαμβάνομα...